Η Παναγιά της Μεγάλης Πόρτας και το ξακουστό της πανηγύρι

    Η Παναγιά της Μεγάλης Πόρτας και το ξακουστό της πανηγύρι

Του Βασίλη Πανάγου*

Στα κράσπεδα του Κόζιακα, δίπλα από την κοίτη του Πορταϊκού ποταμού, προβάλει ο ιστορικός οικισμός της Πόρτας Παναγιάς.

Τα λιγοστά σπιτάκια κάτω από τον βαθύ  ίσκιο των πλατανιών, τίποτα δεν φανερώνουν από την αίγλη κι αρχοντιά της βυζαντινής Μεγάλης Πόρτας. Τόπος απαλλαγμένος από την τύρβη της καθημερινότητας και τον τάραχο  της πόλης είναι η Πόρτα Παναγιά. Ένα μέρος για να γαληνεύουν οι  ψυχές.  Κι όμως, η φήμη αυτού του ησυχαστηρίου ταξιδεύει σε όλα τα μήκη και πλάτη του χριστιανικού κόσμου, χάρη στον μεγαλόπρεπο βυζαντινό ναό  της Θεοτόκου. Λαμπρό μνημείο της μεσαιωνικής τέχνης και κτίσμα της οικογένειας των Αγγέλων Κομνηνών, που στέκει αγέρωχο και αναλλοίωτο στον χρόνο. Ο ναός αποτελούσε το καθολικό πλούσιας σταυροπηγιακής μονής του 13ου αιώνα. Ανεγέρθηκε στα θεμέλια παλαιότερης χριστιανικής  εκκλησίας η οποία ήταν κτισμένη σε κρηπίδωμα αρχαίου ιερού. Αυτό προκύπτει από το μαρμάρινο υλικό που χρησιμοποιήθηκε για τη δόμηση της, και το οποίο αποτελεί δείγμα προέλευσης της αρχαίας εποχής και της πρωτοχριστιανικής τεχνικής. Η Πόρτα Παναγιά ήταν χώρος ιερός και λατρευτικός από αρχαιοτάτων χρόνων. Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας υπήρξε καταφύγιο πίστης και ελπίδας για τους υπόδουλους χριστιανούς. Ήταν ο γενέθλιος  τόπος του Αγίου Βησσαρίωνος και αρκετών σπουδαίων ιεραρχών.

Το μοναστήρι αφιερώθηκε στην «Ακαταμαχήτη» Θεοτόκο των Μεγάλων Πυλών. Η ονομασία «Ακαταμάχητη» έχει  λόγια προέλευση. Συμβολίζει τις ιδιότητες της  Θεοτόκου ως «νικοποιός», προστάτιδα του στρατού και του θεσσαλικού κρατιδίου, που εξουσίαζε ο κτήτορας της μονής Ιωάννης Α΄ Άγγελος Κομνηνός Δούκας.Το μοναστήρι των Μεγάλων Πυλών διέθετε σημαντική κτηματική περιουσία, επικυρωμένη με αυτοκρατορικά  χρυσόβουλα της δυναστείας των Παλαιολόγων. Γεγονός, που φανερώνει την εξάρτηση της από τη βυζαντινή αυλή. Η μονή παρότι διέθετε ισχυρούς τίτλους προστασίας της ιδιοκτησίας της, σύντομα βρέθηκε σε δεινή θέση «ένεκα των χαλεπών καιρών»,  και στα τέλη του 14ου αιώνα διαλύθηκε. Τα ιερά κειμήλια και τα περιουσιακά της στοιχεία περιήλθαν στη γειτονική μονή του Σωτήρος των Μεγάλων Πυλών (Δουσίκου ή Αγίου Βησσαρίωνος). Παρ’ όλα αυτά, ο ναός της Πόρτας Παναγιάς συνέχισε να λειτουργεί ανελλιπώς,  διατηρώντας τη σχέση της με τη βασιλεύουσα και στους επόμενους αιώνες. Αυτό συμπεραίνεται από πατριαρχικά έγγραφα του 15ου και 18ου αιώνα, στα οποία η Μεγάλη Πόρτα αναφέρεται ως «Πατριαρχική Εξαρχία».

Το 1843, με πατριαρχική επιστολή, γνωστοποιείται η προσήλωση του ναού της Πόρτας Παναγιάς στη Μονή Δουσίκου. Το βυζαντινό μοναστήρι, κτισμένο σε δεσπόζουσα θέση, αποτελούσε ανέκαθεν πνευματική κυψέλη για τους χριστιανούς της περιοχής. Στις 23 Αυγούστου γιορτάζει την απόδοση της Κοιμήσεωςτης Θεοτόκου και κατακλύζεται από πλήθη πιστών. Το πανηγύρι της Μεγάλης Πόρτας ήταν από τα αρχαιότερα και ωραιότερα της Θεσσαλίας.  Κι αυτό δεν αποτελεί σχήμα λόγου, όπως αποκαλύπτουν στοιχεία  από την έρευνα των  ιστορικών πηγών. Άλλωστε, κατά την πρώιμη περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, ήταν η μοναδική εμποροπανήγυρη στην ευρύτερη περιοχή του σημερινού δήμου Πύλης. Η  πρωιμότερη αναφορά της γίνεται στο κατάστιχο της οθωμανικής απογραφής του 1454/55. Τότε, οι κάτοικοι του χωριού απέδωσαν φόρο πανηγυριού 100 άσπρα, στους τρικαλινούς σπαχήδες Μουσταφά και Αλή. Η πανήγυρη της Πόρτας μνημονεύεται και σε μεταγενέστερα φορολογικά κατάστιχα των Οθωμανών. Το 1506, ο φόρος πανηγυριού (Resm-i panayır), έφτασε τα 250 άσπρα. Το 1570, η εμποροπανήγυρη με τον φόρο στους μύλους άγγιξε τα 1000 άσπρα.   Έσοδα είχε και η εκκλησία της Πόρτας Παναγιάς, όπως μαρτυρούν χειρόγραφοι κώδικες της Μονής Δουσίκου. Το 1827 τα έσοδα της έφτασαν τα 175 γρόσια. Από το 1843 και μετά, αποκτούσε ετησίως 200 έως 300 γρόσια και απέδιδε ετήσιο φόρο 100 γρόσια στους Οθωμανούς φοροεισπράκτορες.

Τα παλιά χρόνια η εμποροπανήγυρη γινόταν στην Πόρτα Παναγιά. Οι προσκυνητές κατέφταναν στον ιστορικό οικισμό από τις προηγούμενες ημέρες.  Μετακινούνταν με βοϊδάμαξες, κάρα, άλογα και πεζοί. Όλοι σταματούσαν μπρός στην εκκλησιά, ν’ ανάψουν το κεράκι και να πάρουν την ευχή της Παναγιάς. Έμειναν σε πρόχειρες καλύβες κι άλλοι κοιμούνταν στρωματσάδα στην ύπαιθρο, κάτω από τα πλατάνια. Η άνυδρη ποταμιά από τη «Σκαλίτσα» μέχρι την «Καμάρα» μεταμορφωνόταν  σε απέραντη ζωαγορά. Στο καλντερίμι του χωριού, έπιαναν θέση έμποροι και κάθε λογίς πραματευτάδες.  Τα προϊόντα τους ήταν τοποθετημένα με σειρά, πάνω σε ξύλινους πάγκους. Όταν έπεφτε ο βράδυ, οι λαϊκοί οργανοπαίκτες σκορπούσαν ήχους μεθυστικούς, και με το τραγούδι τους άναβε το κέφι. Οι σούβλες με τα ψητά αρνιά και τα κοκορέτσια είχαν την τιμητική τους. Μοσχοβολούσε το χωριό από την τσίκνα και το βαρελίσιο κρασί. Οι πανηγυριστές πιασμένοι χέρι με χέρι έσερναν ατέλειωτους χορούς στον περίβολο της εκκλησίας και στον απάνω μαχαλά, δίπλα από την κρυόβρυση. 

Στις 23 Αυγούστου 1881, τα Τρίκαλα απελευθερώνονται από τους Τούρκους. Ο Ελληνικός στρατός μπαίνει στην πόλη, όπου επικρατεί κλίμα γιορτινό. Στην Πόρτα Παναγιά ανήμερα του πανηγυριού, ο κόσμος υποδέχεται  το χαρμόσυνο γεγονός με ενθουσιασμό.  Στήνεται γλέντι με τραγούδια, χορούς και φαγοπότι. Ήταν διπλή η γιορτή και η χαρά μεγάλη. Ενδιαφέρουσες είναι οι πληροφορίες της εφημερίδας «ΑΙΩΝ» για το πανηγύρι της Πόρτας Παναγιάς το 1884. «Ἐν οὐδεμιᾷ ἴσως ἄλλῃ ἐπαρχίᾳ τῆς Ἑλλάδος γίγνονται τοσαῦται πανηγύρεις, ὅσαι ἐν Θεσσαλίᾳ, καὶ ἰδίᾳ ἐν τῷ νόμῳ Τρικάλων…….Τῇ 20-23 Αὐγούστου γίγνεται ἐν Πόρτᾳ – Παναγιᾷ. …….. Φέτος ὁ δήμαρχος Αἰθίκων κ. Χατσῆ Γάκης, ἀνὴρ νοήμων καὶ ῥέκτης, ἐπέτυχε νὰ διαρκῇ ἡ πανήγυρις τρεῖς ἡμέρας, ἀπὸ τῆς 20-23 Αὐγούστου. Ἐν τῇ πανηγύρει ταύτῃ πωλοῦνται καὶ ἀγοράζονται ἰδίως ζῷα φορτηγά, πρόβατα, αἶγες, τυρός, βούτυρον καὶ ἄλλα χρήσιμα εἰς τὴν εὐζωΐαν καὶ εἰς τὴν οἰκιακὴν χρῆσιν. Ἰδίως παρετηρήθη κίνησις εἰς τὴν ἀγορὰν βουτύρου καὶ τυροῦ. Εἰς τὴν ἐμπορικὴν ταύτην κίνησιν συνετέλεσε καὶ ἡ ἀπὸ τῆς προσαρτήσεως τέλεον ἐκλιποῦσα ἐπάρατος λῃστεία, ἥτις ἄλλοτε ἐνταῦθα ἰδίως εἶχε καταστῆ τὸ φόβητρον τῶν κατοίκων, μὴ τολμώντων οὐδ’ ἐκ τῶν οἰκιῶν αὐτῶν νὰ ἐξέλθωσι». Στα τέλη της δεκαετίας του 1960 η εμποροπανήγυρη μεταφέρθηκε στην Πύλη, κι αποτελεί το αποκορύφωμα  των πλούσιων πολιτιστικών και ψυχαγωγικών εκδηλώσεων που διοργανώνονται με επιτυχία κάθε χρόνο στην  πρωτεύουσα του δήμου.

*(Ο Βασίλης Πανάγος είναι εκπαιδευτικός, ιστορικός ερευνητής και συγγραφέας)

.

Copyright 2024

Με την επιφύλαξη παντός δικαιώματος.
Το περιεχόμενο της σελίδας καθώς και οι φωτογραφίες αποτελούν πνευματική ιδιοκτησία του εκδότη.
Απαγορεύεται η ολική ή μερική αναδημοσίευση περιεχομένου χωρίς έγγραφη άδεια.

Μέλος του eMedia